Ο Αμπέλ Φερέιρα αναφέρθηκε στο ματς με τη Γρανάδα, απονέμοντας τα εύσημα στους γηπεδούχους και υπογράμμισε ότι ο ΠΑΟΚ είχε τη δυνατότητα να βρει δίχτυα.
Στην ανταγωνιστικότητα της Γρανάδα στάθηκε ο προπονητής του ΠΑΟΚ, Αμπέλ Φερέιρα, ενώ τόνισε ότι η ομάδα θα μπορούσε να είχε σκοράρει εφόσον της δινόταν το πέναλτι στο τέλος με τη συνδρομή του VAR.
Παράλληλα, όσον αναφορά το δικό του μέλλον, ο Πορτογάλος τεχνικός προτίμησε να σκαρώσει επιδέξια… ντρίμπλα και να αποφύγει να τοποθετηθεί.
Αναλυτικά όσα είπε στη συνέντευξη Τύπου:
Για το αν ήταν το τελευταίο του παιχνίδι: «Δεν το ξέρω, θα το δούμε αυτό. Το παιχνίδι μόλις τελείωσε και είμαι προπονητής του ΠΑΟΚ. Δεν είμαι εγώ αυτός που πρέπει να μιλήσει για αυτό, όπως είπα είμαι ο προπονητής του ΠΑΟΚ. Μόλις τώρα έχει τελειώσει το παιχνίδι. Εμένα αυτό που με αφήνει ικανοποιημένο, είναι ότι η ομάδα έχει μία ταυτότητα, έχει δυναμική και βγάζει ένταση στο παιχνίδι της.
Σήμερα θα μπορούσαμε να έχουμε πάρει κάτι παραπάνω αλλά δεν τα καταφέραμε απέναντι σε μία ομάδα που δεν αφήνει να κάνει ευκαιρίες αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είναι τελείως διαφορετικό να έχεις όλους τους παίκτες στη διάθεσή σου. Δεν μπορείς να περιμένεις από μία ομάδα να παίζει καλύτερα αν έχει ή δεν έχει τον Ρονάλντο στη διάθεσή της».
Για την κατάσταση στον όμιλο: «Η κατάσταση δε διαφοροποιήθηκε πολύ σημαντικά σήμερα. Είδαμε τι έκανε η Ομόνοια και πολύς κόσμος έδειξε ασέβεια στην Ομόνοια, αλλά είδαμε τι μπορεί να κάνει. Ο όμιλος είναι ακόμη ανοικτός και θα κριθεί στο τέλος, γιατί όλες οι ομάδες μπορούν να κερδίσουν η μία την άλλη».
Για τις δικές του αλλαγές προσώπων: «Πρέπει να υπάρχει υπομονή. Πρέπει να αφήσουμε τους παίκτες στην ησυχία τους. Τον προπονητή, τον Όλαφ… Κάτι καλό πάει να γίνει… Υπάρχει ένα πλάνο που θα φέρει καρπούς. Η Σίτι πριν από 2 χρόνια πήρε τα πάντα και πέρυσι τίποτα. Είδαμε τον ΠΑΟΚ να κατακτάει το πρωτάθλημα απόλυτα δίκαια και ο αντίπαλός του, ο Ολυμπιακός επένδυσε για να πάρει πίσω τον τίτλο. Είναι κάτι φυσιολογικό. Τώρα, θέλουμε από τη μία να έχουμε έναν βιώσιμο σύλλογο και μία ανταγωνιστική ομάδα που θα κοντράρει τον οποιονδήποτε. Χρειάζεται πίστη κι αυτό θα χρειαστεί να κάνουμε, για να φέρουμε και πάλι τίτλους στην ομάδα. Και για μένα, η απόδειξη ότι για εμάς είναι όλα μαύρα ή άσπρα, είναι ότι όταν κερδίσαμε την Μπενφίκα, με αρκετή τύχη, ήμασταν μία καλή, ανταγωνιστική ομάδα ενώ μετά με την Ομόνοια, φέραμε 1-1 και ήμασταν η χειρότερη ομάδα. Χρειάζεται μεγάλη πίστη κι υπομονή».
Για τη Γρανάδα: «Είχαμε παρατηρήσει στις αναλύσεις που κάναμε, ότι η Γρανάδα μπαίνει πολύ καλά στον αγωνιστικό χώρο, παίζει με επιθετικότητα και με κάθετο ποδόσφαιρο και ψάχνει ευκαιρίες. Είναι σε πολύ καλή φάση και βρίσκεται στη 2η θέση στην Ισπανία. Από τη μεριά μας εμείς, μπήκαμε καλά, ξέραμε τι θα αντιμετωπίσουμε και μπλοκάραμε τον αντίπαλο. Είχαμε μάλιστα και το δοκάρι. Στο δεύτερο μέρος, το παιχνίδι ήταν πιο ισορροπημένο. Είχαμε την ευκαιρία του επιθετικού μας που θα μπορούσαμε να σκοράρουμε και τη φάση του πέναλτι, που θα μπορούσε να δοθεί με τη βοήθεια του VAR κι εκεί που φάνηκε ότι ήμασταν καλά και κυνηγούσαμε το γκολ, ο αντίπαλος προπονητής έβαλε έναν αμυντικό και καταλάβαμε τις προθέσεις του. Θέλω να δώσω συγχαρητήρια στον αντίπαλο προπονητή, που έχει δημιουργήσει ένα τόσο ανταγωνιστικό σύνολο. Πραγματικά όταν είδα την Γρανάδα να αγωνίζεται, μου θύμισε την Ατλέτικο Μαδρίτης, μία ομάδα πολύ ανταγωνιστική που θα κάνει τα πάντα για τη νίκη».
Για τη δική του δουλειά: «Οι προπονητές είναι ικανοί, μόνο όταν οι παίκτες στον αγωνιστικό χώρο δείχνουν ποιότητα. Αν ο ΠΑΟΚ πλήρωσε για να έρθω εγώ εδώ, είδε κάποια πράγματα στην ομάδα που προπονούσα. Είναι σημαντικό ότι άλλες ομάδες, θέλουν τον προπονητή του ΠΑΟΚ. Εγώ από τη δική μου πλευρά, θα συνεχίσω να παίζω με τον ίδιο τρόπο, θα συνεχίσω να αγωνίζομαι για τη νίκη προσπαθώντας να δώσω αξία στην ομάδα και τους παίκτες. Όταν ήρθα εδώ, δεν είχαμε σχεδόν κανέναν παίκτη που θα μπορούσε να πουληθεί, αλλά με τη δουλειά που κάναμε όλοι μας, εγώ, ο κ. Σαββίδης, ο γιος του, δώσαμε μεγάλη αξία σε παίκτες. Πραγματικά μπορεί να δημιουργηθεί μία βιώσιμη ομάδα με αυτό τον τρόπο. Ο ίδιος ο κ.Σαββίδης ήταν αυτός που ήθελε να ρίξουμε τον μέσο όρο ηλικίας και να παίζουν Έλληνες παίκτες κι εγώ από τη δική μου πλευρά, αποδέχτηκα αυτή την πρόκληση, ξέροντας καλά ότι θα υπήρχαν ρίσκα, γιατί στην αρχή τα αποτελέσματα δε θα ήταν θετικά. Έχουμε ένα συγκεκριμένο πλάνο και μία ομάδα για το παρόν και το μέλλον».