Τον απολογισμό του για τη χρονιά που πέρασε έκανε ο Νίκος Νταμπίζας για τον Παναθηναϊκό.
Ανάμεσα σε όσα είπε αναφέρθηκε στη βελτίωση της ομάδας, αλλά και στον αποκλεισμό του Τριφυλλιού από τη Λαμία.
Αναλυτικά όλα όσα δήλωσε ο Νταμπίζας:
«Να ξεκινήσουμε από τα θετικά. Ο χώρος που είμαστε είναι κατά πολύ βελτιωμένος και αντάξιος όσων θέλουμε να κάνουμε. Αισθάνεσαι πιο οικεία».
«Είχαμε πει πως θα κάνουμε τον απολογισμό της χρονιάς, θεωρούμε καθήκον να ενημερώνουμε τον κόσμο με συγκεκριμένα στοιχεία πώς πήγαν τα πράγματα και πώς θέλουμε να διαχειριστούμε το παρόν και το μέλλον αυτού που έχουμε αρχίσει εδώ και έναν χρόνο. Η αποτίμηση γίνεται σε δύο κομμάτια, το καθαρά αθλητικό και το οικονομικό που είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Σαν γενική τοποθέτηση θεωρώ πως υπάρχουν δύο τάσεις, κάποιοι βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο, κάποιο μισογεμάτο, κάποιοι πιθανώς να το βλέπουν τελείως άδειο και κάποιοι αρκετά γεμάτο. Η αλήθεια πρέπει να βρίσκεται κάπου στη μέση. Όσοι το βλέπουν άδειο ή μισοάδειο θεωρούσαν ξεκινώντας η χρονιά πως έβλεπαν υποβιβασμό της ομάδας. Οι υπόλοιποι ίσως να ήταν πιο αισιόδοξοι και ισορροπημένοι».
«Στο πρώτο εξάμηνο είχαμε μια πάρα πολύ θετική παρουσία, αγωνιστικά και βαθμολογικά, γενικά με την αύρα που υπήρχε στα παιχνίδια και στις προπονήσεις, στις σχέσεις με τον κόσμο, στην αποδοχή που υπήρχε γενικότερα. Στο δεύτερο εξάμηνο είχαμε μια διαφορετική εικόνα, με σαφώς διαφορετικές εμφανίσεις, διαφορετικά αποτελέσματα και μια αλλαγή σε όλο το πλάνο. Και στο αγωνιστικό, αλλά και στην αύρα που εξέπεμπε η ομάδα. Για όλα υπάρχουν απαντήσεις και εξηγήσεις. Στο πρώτο εξάμηνο ήμασταν πολύ αποτελεσματικοί, ήμασταν πολύ συμπαγείς και όλες οι λειτουργίες μας ήταν σε ικανοποιητικό επίπεδο, αλλά όχι σε εξαιρετικό. Αυτό μας έδωσε και τα αποτελέσματα. Αυτό χτίζει την αυτοπεποίθηση και πώς μπορεί να δημιουργηθεί μια συνθήκη σταθερότητας και αποδοχής. Στον δεύτερο γύρο αυτό άλλαξε και μπήκαν πολλοί παράγοντες στο κάδρο. Χάσαμε την αποτελεσματικότητά μας, δεχόμασταν πολύ πιο εύκολα γκολ και κατά παράδοξο τρόπο βελτιωθήκαμε σε άλλους σημαντικούς τομείς του παιχνιδιού. Έχει γίνει πρόσφατα μια εσωτερική αξιολόγηση. Η ομάδα ήταν βελτιωμένη σε αρκετούς τομείς, αλλά όχι στην αποτελεσματικότητα. Φτάναμε περισσότερες φορές και με καλύτερες προϋποθέσεις σε σημεία για να είμαστε αποτελεσματικοί, δεν είχαμε την ίδια αποτελεσματικότητα, ενώ και στο αμυντικό κομμάτι δεχόμασταν πολύ πιο εύκολα γκολ, ενώ και στις μονομαχίες και στη μετάβαση είχαμε καλύτερο βαθμό. Η διαδικασία που κάναμε εσωτερικά μας έχει δώσει τις απαντήσεις που θέλαμε. Οι προσδοκίες που δημιουργήθηκαν στον πρώτο γύρο, σε συνδυασμό με κάποιους τραυματισμούς, ήταν ένα κύριο πλήγμα για να διαχειριστούμε την πίεση της επιτυχίας που είχαμε δημιουργήσει οι ίδιοι. Η ομάδα είχε μια συγκεκριμένη δυναμική, αλλά η διαχείριση του συναισθήματος δεν είχε την ανάλογη επιτυχία στο δεύτερο μισό. Κλείνοντας η σεζόν υπήρχε μια δυσαρέσκεια και ένα κακό κλίμα σε όλα τα επίπεδα, κάτι φυσιολογικό αφού έτσι ήταν τα αποτελέσματα».
«Δεν ήταν ότι σταματήσαμε να παράγουμε, γιατί οι παίκτες μας ήταν συχνότερα σε επικίνδυνες ζώνες και είχαμε μεγαλύτερα ποσοστά κατοχής. Χωρίς να σημαίνει ότι η κατοχή είναι εχέγγυο για ευκαιρίες. Πρέπει να δούμε και την άλλη πλευρά. Στο ξεκίνημα πολλά μέλη της ομάδας δεν τα ήξεραν οι αντίπαλοι και στη συνέχεια υπήρχε μια προσαρμογή στον τρόπο που αγωνιζόμαστε και ίσως γι’ αυτό αντιμετωπίσαμε περισσότερες δυσκολίες. Παραγωγή φάσεων υπήρχε, αλλά δεν ήμασταν αποτελεσματικοί κι επειδή βρισκόμασταν πίσω στο σκορ κάποιες φορές, δεν μπορούσαμε να το διαχειριστούμε με βάση και κάποια στοιχεία, όπως το νεαρό της ηλικίας κάποιων παικτών».
«Στην αρχή της χρονιάς, πέρα από τους εξωγενείς παράγοντες που λέγανε πως θυμίζουμε σχολείο, είχαμε πει με τον προπονητή πως δεν ψάχνουμε δικαιολογίες και δεν θέλουμε να κριθούμε ούτε με βάση αφαιρέσεις βαθμών ή απαγορεύσεις μεταγραφών. Όσα λέγονταν πως θα κινδυνέψουμε να πέσουμε, δεν μας άγγιζε στη λειτουργία μας. Υπήρχε βοήθεια και από τα αποτελέσματα άμεσα. Ήμασταν σίγουροι γι’ αυτό που θέλαμε να κάνουμε. Ίσως να μην υπήρξε η κατάλληλη ισορροπία για το πώς θα διαχειριστούμε αυτά τα πράγματα στην πορεία της σεζόν».
«Οι περισσότεροι δεν γνώριζαν την ομάδα, τα ατομικά στοιχεία των παικτών και τον τρόπο που αγωνιζόμασταν. Από τα φιλικά δείξαμε ότι θέλαμε να πάρουμε πρωτοβουλίες, να παίξουμε ποδόσφαιρο κατοχής κι αυτό συνέβη στα περισσότερα ματς, εκτός ίσως από τα ματς εκτός έδρας με Ολυμπιακό και ΠΑΟΚ, όπου αναλωθήκαμε ως επί το πλείστον σε αμυντική λειτουργία, κάτι που δεν μας χαρακτήριζε τόσο σαν ομάδα. Θεωρώ πως το plan b μπαίνει σε μια διαδικασία για να έχεις προνοήσει πριν έρθει το πρόβλημα. Όμως εκεί μπαίνουν και άλλες παράμετροι, με θέματα ψυχολογίας, κάποια θέματα αθλητικής φύσεως και δεν μπορείς κάποια πράγματα να τα εφαρμόσεις. Προσπαθήσαμε να δώσουμε κάποια πράγματα ως αντίδοτα στο πρόβλημα, αλλά στην πράξη φάνηκε ότι δεν μπορούν να αποδώσουν».
«Αν βάλετε ξερά τους αριθμούς, είναι ξεκάθαρο πως υπάρχει μια βελτίωση. Πάντα πρέπει να γνωρίζουμε ποιο είναι το κριτήριο της επιτυχίας και της αποτυχίας. Αν μιλήσουμε για ρεαλισμό, με βάση το αθλητικό και οικονομικό κομμάτι, τους νεαρούς παίκτες και τις δυσκολίες αυτές, δεν χρειάζεται να πω εγώ αν υπήρχε βελτίωση. Σίγουρα όλοι θέλουμε το καλύτερο, αλλά για να φτάσεις εκεί υπάρχουν κάποια στάδια που πρέπει να περάσεις. Υπάρχουν λόγοι που είμαστε εδώ, δεν χρειάζεται να το ξαναλέμε, αλλά θέλουμε να είμαστε συνεπείς, στο οικονομικό σκέλος και να προχωρήσουμε τα βήματα που θέλουμε αγωνιστικά. Αποτυχία για μας ήταν το Κύπελλο. Θεωρώ πως δεν μπορούσαμε να πετύχουμε το ρεαλιστικό στόχο που είχαμε θέσει. Πάντα η πικρία μένει από τα άσχημα αποτελέσματα, αλλά υπάρχουν λόγοι γι’ αυτό».
«Σε θέμα παραγωγής φάσεων στον πρώτο γύρο είχαμε λιγότερες, αλλά ήμασταν πιο αποτελεσματικοί. Φαίνεται περίεργο στον κόσμο. Στον δεύτερο γύρο δεν ήμασταν αποτελεσματικοί. Στο τελευταίο επιθετικό τρίτο παίζει ρόλο η ποιότητα και η διαύγεια. Εκεί είναι το πιο δύσκολο κομμάτι για όλες τις ομάδες. Μπαίνοντας συχνά στη διαδικασία να κυνηγάμε στο σκορ, αυξανόταν ο βαθμός δυσκολίας».
«Πρέπει να δούμε με ποια κριτήρια κινηθήκαμε στη στελέχωση της ομάδας και στην επιλογή των ποδοσφαιρικών χαρακτηριστικών. Υπήρχε ένας ορίζοντας που μπορούσαμε να κινηθούμε, χωρίς να είναι δικαιολογία. Μπορούσαμε να πάρουμε Έλληνες κάτω των 23 ετών και έναν ξένο χωρίς όριο ηλικίας. Μπορούσαμε να απευθυνθούμε σε μια συγκεκριμένη δεξαμενή παικτών. Εκ των υστέρων μπορείς να πεις πολλά. Στον πρώτο γύρο δηλαδή τα κάναμε όλα καλά και στον δεύτερο όχι; Με βάση τις ανάγκες και την αριθμητική ισορροπία, κινηθήκαμε με γνώμονα τις ανάγκες που είχαμε. Στην πορεία μπορεί να διδαχθείς, αλλά σε ένα μεγάλο ποσοστό θεωρώ πως είχε μια γενική λογική αυτό που προσπαθήσαμε να κάνουμε. Με βάση αυτά που πήραμε από αυτούς που επιλέξαμε είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι».
«Το… επιτυχιόμετρο είναι πολύ γενική έννοια. Στο οικονομικό κομμάτι υπήρχε γενική επιτυχία. Υπήρξε μια συνέπεια στο μεγαλύτερο βαθμό που μπορούσαμε και να στηρίξουμε ένα πλάνο που είχαμε για παιδιά με προοπτική και εξέλιξη. Θεωρώ πως έχουν γίνει βήματα προόδου, αλλά θα μπορούσαν να είχαμε γίνει περισσότερα. Θα μπορούσε ο δεύτερος γύρος να είναι πολύ καλύτερος. Έχουν γίνει πράγματα προς τα μπροστά, έχουν μπει βάσεις, αλλά δεν είναι μόνο ό,τι κάνουμε εμείς εδώ πέρα. Είναι και το γενικότερο πλάνο και πώς μπορεί να εξελιχθεί».
«Όταν υπάρχει μια μεγάλη απογοήτευση, το αρνητικό συναίσθημα γιγαντώνεται. Το θέμα είναι πόσο μπορείς σαν ομάδα να δημιουργήσεις τα στεγανά για να απορροφήσεις τους κραδασμούς. Έγινε μια γενικότερη προσπάθεια. Ο καθένας μπορεί να το πάρει πολύ διαφορετικά, αλλά σίγουρα υπήρξε μια διαφοροποίηση στο κομμάτι της αποδοχής και της αύρας μετά το ματς με τη Λαμία. Υπήρξε εκεί ένα σημείο-κλειδί για το πώς θα μπορούσαμε να είμαστε 100% ενεργοί στο κομμάτι που κάναμε. Όσα έγιναν με τον Ολυμπιακό δεν βοήθησαν καθόλου. Πρέπει όμως να είμαστε έτοιμοι να διαχειριστούμε την όποια επιτυχία και την όποια αποτυχία».
«Όταν κάναμε έναν λεπτομερή έλεγχο για τη δεξαμενή παικτών στην οποία μπορούσαμε να απευθυνθούμε, κρίναμε πως αυτό που υπήρχε στην ομάδα ήταν επαρκές. Για να κάνουμε μια διαφοροποίηση αριθμητικά ή στα χαρακτηριστικά, έπρεπε να κρίνουμε πως υπάρχει η αντίστοιχη περίπτωση. Θεωρήσαμε πως την όποια βελτίωση έπρεπε να την πάρουμε από εσωτερική διαδικασία κι όχι από εξωτερική προσθήκη».