Ο Ιωάννης Μεταξάς με την φράση: «Λοιπόν, έχουμε πόλεμο» έδειξε πως η Ελλάδα δεν σηκώνει τον ζυγό.
Σαν σήμερα πριν 80 χρόνια στις 28 Οκτωβρίου του 1940 ο Ιωάννης Μεταξάς είπε ΟΧΙ στις Ιταλικές δυνάμεις.
Ο Μουσολίνι έστειλε τελεσίγραφο δια του Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι, ο οποίος και το επέδωσε ιδιόχειρα στον Ιωάννη Μεταξά, στην οικία του δεύτερου, στην Κηφισιά, με το οποίο και απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του, στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική. Ο Μεταξάς αν και δικτάτορας δεν θέλησε να συμπλέξει στρατιωτικά με τους ομοϊδεάτες του επειδή αντιλαμβάνονταν πως μία ναυτική χώρα όπως η Ελλάδα είναι αδύνατον να αντιπαρατεθεί των Άγγλων.
Ο δικτάτορας Μεταξάς μετά την ανάγνωση του μηνύματος είπε στον πρέσβη «Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο» και έτσι η Ελλάδα με θάρρος και πίστη υπερασπίστηκε την ανεξαρτησία της εναντίον των φασιστικών ιταλικών δυνάμεων από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 31 Μαΐου 1941, όταν και ολοκληρώθηκε η κατάληψη της χώρας από τις Γερμανικές δυνάμεις, οι οποίες επιτέθηκαν στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941.
Αναλυτικά περίπου ο διάλογος: –Μεταξάς: Λοιπόν, έχουμε πόλεμο
-Γκράτσι: Οχι απαραίτητα εξοχότατε. Η ιταλική κυβέρνηση ελπίζει ότι θα αποδεχτείτε τους όρους της.
-Μεταξάς: Λέτε ότι θα επιτεθείτε σε λιγότερο από τρεις ώρες. Ακόμα και να το ήθελα, πιστεύετε ότι σ’ αυτό το διάστημα προλαβαίνω να ξυπνήσω τον βασιλιά και να τον ενημερώσω; Να ειδοποιήσω τον Υπουργό Στρατιωτικών και το Γενικό Επιτελείο Στρατού; Να παρθούν όλες οι σχετικές αποφάσεις; Εστω ότι γίνονται όλα αυτά, ποια είναι τα στρατηγικά σημεία που θέλει να καταλάβει η κυβέρνησή σας;
-Γκράτσι: Δεν έχω ιδέα.
-Μεταξάς: Οχι… Είναι απαραίτητο. Εχουμε πόλεμο…
Ο Γκράτσι έγραψε και πως ολοκληρώθηκε η συνάντησή τους. «Ενιωσα ντροπή. Με ευλάβεια υποκλίθηκα στον Ελληνα πρωθυπουργό και έφυγα με το κεφάλι σκυμμένο. Εκείνος μου είπε ‘vous êtes les plus forts’ (σ.σ. είστε πιο δυνατοί)».
Κατά την διάρκεια του πολέμου ο Μουσολίνι με 100. 000 στρατιώτες που είχε συγκεντρωμένους στην Αλβανία, πίστευε πως θα κατακτούσε την Ελλάδα με ευκολία. Ενώ όμως στην αρχή οι Έλληνες αποτραβήχτηκαν από τα σύνορα και οι Ιταλοί κατέλαβαν μικρές ελληνικές περιοχές, στις 14 Νοεμβρίου αρχίζει η αντεπίθεση και τα ελληνικά στρατεύματα γνωρίζουν μεγάλες επιτυχίες, όπως στη μάχη της Πίνδου, στην Ήπειρο και στη δυτική Μακεδονία, απελευθερώνοντας όλη σχεδόν την Βόρεια Ήπειρο: Άγιοι Σαράντα, Πόγραδετς, Αργυρόκαστρο, Χειμάρρα. Μια επίθεση που έκαναν οι Ιταλοί την άνοιξη, δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Οι Έλληνες πολεμούσαν σαν λιοντάρια. Οι Ιταλοί όταν αντιλήφθηκαν πως δεν υπήρχε για το στρατό τους σωτηρία, ζήτησαν τη βοήθεια του συμμάχου τους, Χίτλερ. Έτσι τον Απρίλιο του 1941 η ναζιστική Γερμανία επιτίθεται κατά της Ελλάδας. Και στη δεύτερη αυτή εισβολή οι Έλληνες απάντησαν και πάλι «ΟΧΙ», γράφοντας αυτή τη φορά την εποποιία των Οχυρών του Μεταξά κατά μήκος των συνόρων στη Μακεδονία. Οι Γερμανοί έσπασαν τις γραμμές άμυνας των Σέρβων, έφτασαν στην Αθήνα και τότε μόνο, περικυκλωμένοι και εντεταλμένοι από τη Διοίκηση του διαλυόμενου πλέον Ελληνικού Στρατού, οι μαχητές των οχυρών παραδόθηκαν (δεν κατακτήθηκαν στη μάχη) με ψηλά το κεφάλι. Έτσι άρχισαν τα μαύρα χρόνια της γερμανοϊταλικής κατοχής της Ελλάδας.
Για τέσσερα σχεδόν χρόνια οι Έλληνες υπέφεραν από την πείνα τις στερήσεις αλλά και από τα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις. Πολύ σύντομα όμως οι Έλληνες ξαναβρήκαν τη δύναμη να επαναστατήσουν εναντίον του εισβολέα. Οργάνωσαν αντάρτικες ομάδες στα βουνά, τύπωναν παράνομες εφημερίδες ενώ πολλοί διέφυγαν στην Αίγυπτο όπου δημιουργήθηκε ένας νέος ελληνικός στρατός, που πολέμησε μαζί με τους άλλους συμμάχους μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας.
Το έπος του 1940 γιορτάστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της Κατοχής. Στο κεντρικό κτίριο και στον προαύλιο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε ο πρώτος εορτασµός στις 28 Οκτωβρίου 1941. Γίνονταν ομιλίες από τους φοιτητές, ενώ μίλησε για την επέτειο την παραμονή και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει µάθηµα την ηµέρα της επετείου με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο. Στην δεύτερη επέτειο (28/10/1942), ο εορτασμός έγινε στην Πλατεία Συντάγµατος με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΠΟΝ και ΠΕΑΝ.
Για πρώτη φορά η επέτειος γιορτάστηκε επίσημα στις 28 Οκτωβρίου 1944 με παρέλαση ενώπιον του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε, το 1952, η γιορτή της Αγίας Σκέπης από την 1η Οκτωβρίου να μεταφερθεί στις 28 Οκτωβρίου, με το αιτιολογικό ότι η Παναγία βοήθησε τον Ελληνικό Στρατό στον πόλεμο της Αλβανίας. Η ημερομηνία αυτή καθιερώθηκε να εορτάζεται στην Ελλάδα και την Κύπρο κάθε χρόνο ως επίσημη εθνική εορτή και αργία. Επίσης, σε πολλές χώρες του κόσμου, ελληνικές κοινότητες γιορτάζουν την Επέτειο του «ΌΧΙ».