Η μεσοεπιθετικός της Εθνικής Γυναικών και της SV Meppen, Αθανασία Μωραΐτου, σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο Kingsport.gr και στον Γιάννη Δρόσο.
Η ποδοσφαιρίστρια της Εθνικής Γυναικών και της SV Meppen, Αθανασία Μωραΐτου μίλησε αποκλειστικά στο Kingsport.gr και στον Γιάννη Δρόσο.
Η Ελληνίδα μεσοεπιθετικός αναφέρθηκε στην Εθνική ομάδα, στη γερμανική ομάδα που αγωνίζεται και τόνισε τις διαφορές που υπάρχουν στη Γερμανία, σε σχέση με την Ελλάδα.
Η 25χρονη διεθνής γεννήθηκε και έκανε τα πρώτα της ποδοσφαιρικά βήματα στη Γερμανία. Αγωνίστηκε σε Σιντελφίγκεν, Κλόπενμπουργκ και πλέον στη Μέπεν, με την οποία όπως φαίνεται θα πάρει την άνοδο για τη Μπουντεσλίγκα. Έχει αγωνιστεί και στην Αμερική, με τη φανέλα του South Alabama.
Αγωνίστηκε με τις μικρές Εθνικές αρχικά της Γερμανίας και στη συνέχεια της Ελλάδας, ενώ από το 2014 αποτελεί μόνιμο μέλος της Εθνικής Γυναικών Ελλάδας.
Αναλυτικά η συνέντευξη της Αθανασίας Μωραΐτου στο Kingsport.gr:
Πρώτα απ’ όλα σε ευχαριστούμε πολύ για τη συνέντευξη. Ποιο ήταν το έναυσμα για να ξεκινήσεις να παίζεις ποδόσφαιρο;
«Από μικρό παιδί, από μωρό είχα κολλήσει και ήμουν 3 ετών περίπου όταν ζήτησα μια φανέλα και ποδοσφαιρικά παπούτσια από τη γιαγιά και τον παππού μου. Και έτσι ξεκίνησα».
Στη Γερμανία έχεις γεννηθεί;
«Ναι, στη Γερμανία, στο Βάιμπλιγκεν, κοντά στη Στουτγάρδη».
Οι δικοί σου σε στήριξαν;
«Στην αρχή ήταν λίγο επιφυλακτικοί, γιατί δεν ήταν συνηθισμένο τα κορίτσια να παίζουν ποδόσφαιρο και, στην περιοχή μας δεν είχε ομάδα γυναικεία. Και για αυτό στην αρχή μου έλεγαν “να κάνεις κάποιο άλλο άθλημα, να δοκιμάσεις μπάσκετ, χάντμπολ κλπ”. Και είχα κάνει μια συμφωνία με τη μαμά μου, ότι θα πάω να παίξω φλογέρα, ήθελα ένα όργανο να μάθω και μέσα από αυτό το έκανα, πήγα για προπόνηση και παρέμεινα στο ποδόσφαιρο. Μετά από δύο εβδομάδες με έδιωξε η καθηγήτρια της φλογέρας, γιατί έκανα μπαλάκια από χαρτιά και έπαιζα μέσα στο μάθημα».
Θέλω να μου πεις δυο λόγια για την ομάδα σου την Meppen, με την οποία είστε κοντά να πάρετε την άνοδο.
«Είμαστε τώρα πρώτες, έχουμε τέσσερις βαθμούς διαφορά από τον δεύτερο, είναι ωραίο συναίσθημα, αλλά έχουμε ακόμη αρκετή δουλειά, γιατί έχουν μείνει αρκετοί αγώνες, έξι αγώνες, και θέλει προσπάθεια, συγκέντρωση και να το θέλουμε πάρα πολύ. Γιατί ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει κάτι».
Και με Έλληνα προπονητή μάλιστα, τον Θοδωρή Δέδε. Πώς είναι η συνεργασία σας;
«Πολύ καλή. Ποδοσφαιρικά έχει πολλές ιδέες, μου αρέσει σαν προπονητής, τακτικά».
Οι διαφορές της Γερμανίας με την Ελλάδα;
«Συγκεκριμένα εγώ δεν έχω παίξει ποτέ στην Ελλάδα, γι’ αυτό δεν μπορώ να πω κάτι, αλλά γενικά από όσα ακούω, είναι ότι το επίπεδο είναι διαφορετικό. Δηλαδή είτε είναι σε οργάνωση, είτε είναι στα γήπεδα, είναι πιο χάλια στην Ελλάδα».
Έχεις αγωνιστεί και στην Αμερική (στη South Alabama). Ποιες διαφορές υπάρχουν ανάμεσα σε Αμερική και Ευρώπη;
«Θα έλεγα είναι στη δύναμη και στα τρεξίματα. Γιατί κάναμε πάρα πολύ γυμναστήριο, κάναμε πολλά σπριντ, πολλές διαδρομές και διάφορα τέτοια. Δηλαδή είναι πιο πολύ στη φυσική κατάσταση».
Δηλαδή είναι σαν να λέμε εκεί είναι πιο πολύ «αθλητές» ενώ εδώ πιο πολύ «ποδοσφαιριστές».
«Ναι, εδώ είναι πιο πολύ τεχνίτριες».
Υπάρχει κάποια άλλη χώρα στην οποία θα ήθελες να παίξεις;
«Έχω κάποιες χώρες στο νου μου. Ολλανδία, Ιταλία, Ισπανία, Αγγλία. Δεν ξέρω τι θα μου φέρει το μέλλον, αλλά θα ήθελα να φύγω σε άλλη χώρα στο εξωτερικό».
Κεφάλαιο Εθνική Ελλάδας. Πώς νιώθεις όταν φοράς το εθνόσημο;
«Δεν υπάρχει αυτό το συναίσθημα, είναι ένα και μοναδικό. Περηφάνια, αγάπη, οικογένεια».
Το πρώτο σου παιχνίδι το θυμάσαι;
«Εννοείται ότι θυμάμαι και το πρώτο μου ματς με τις Κορασίδες και στη Γυναικών. Το πρώτο μου ματς ήταν ένα τουρνουά στη Χαλκίδα, που είχα βάλει και ένα γκολ, εναντίον του Ισραήλ. Και είχαν έρθει και οι γονείς μου, μου έκαναν έκπληξη. Και ήταν τέλειο συναίσθημα».
Όταν κλήθηκες για πρώτη φορά, ποια ήταν η πρώτη σκέψη που έκανες;
«Είχα πει στον μπαμπά μου “θα καταλαβαίνω τα ελληνικά που θα μου λένε;” Δεν ήταν ότι δεν ήξερα τα ελληνικά ή οτιδήποτε, αλλά είναι διαφορετικά, έχω μάθει στη Γερμανία, τους όρους, όλα αυτά, και είναι διαφορετικά. Αλλά γενικά ανατρίχιασα πάνω από όλα, γιατί ήταν ένα πράγμα που δεν το περίμενα. Γιατί έπαιζα στη Γερμανία στην Κ15 και Κ16 και δεν περίμενα ποτέ ότι θα μου δοθεί αυτή η ευκαιρία, να παίξω για τη χώρα μου».
Αν σε ρωτούσαν τότε, Εθνική Ελλάδας ή Γερμανίας θα επέλεγες πάλι την Ελλάδα;
«Πάντα».
Παρόλο που για το Παγκόσμιο Κύπελλο, η πρόκριση έχει δυσκολέψει, τι να περιμένουμε να δούμε στα δύο παιχνίδια με την Εσθονία;
«Δύο νίκες. Πάμε για δύο νίκες, θέλουμε να κερδίσουμε, όπως και κάθε ματς που μπαίνεις στον αγωνιστικό χώρο θέλεις να το κερδίσεις. Στο ποδόσφαιρο είναι όλα πιθανά».
Είστε ικανοποιημένες από την πορεία μέχρι τώρα; Θα μπορούσε η ομάδα να έχει πετύχει κάτι παραπάνω;
«Πιστεύω πάντα μπορείς να πετύχεις κάτι παραπάνω. Αλλά εντάξει, είναι και λίγο αυτό με τον ιό, είχαμε κάποια θέματα με αυτό. Που δεν ξέραμε αν θα παίξουμε ή δεν θα παίξουμε γιατί είχαμε πολλά κρούσματα. Αλλά πάντα μπορείς να κάνεις κάτι παραπάνω».
Πώς βλέπεις το μέλλον του ελληνικού ποδοσφαίρου γυναικών και της Εθνικής;
«Όσο πάει και καλύτερα».
Πιστεύεις δηλαδή ότι πλησιάζει η ώρα που η Εθνική Γυναικών θα βρεθεί σε μια μεγάλη διοργάνωση;
«Όπως είπα και πριν, όλα είναι πιθανά στο ποδόσφαιρο, αρκεί να το πιστέψουμε οι ίδιες και να δουλέψουμε πάνω σε αυτό το κομμάτι».
Τι θα πρότεινες από την εμπειρία σου, για να βελτιωθεί το ποδόσφαιρο γυναικών στην Ελλάδα;
«Τα κορίτσια όσο γίνεται να παίζουν πιο πολύ καιρό στα αγόρια στις ακαδημίες. Μετά η στήριξη από τον κόσμο, η οργάνωση, πιο μεγάλα τουρνουά, να παίζουν σε πιο υψηλό επίπεδο».
Έχεις «ζηλέψει» κάποιον αγώνα, που ήθελες να είσαι και να μην έπαιξες;
«Τώρα στη Βαρκελώνη με τη Μπαρτσελόνα και τη Ρεάλ Μαδρίτης (σ.σ. αγώνας που παρακολούθησαν πάνω από 91 χιλιάδες θεατές, κάνοντας παγκόσμιο ρεκόρ). Πιστεύω ότι δεν υπάρχει αυτό το συναίσθημα να παίζεις μπροστά σε πάνω από 90 χιλιάδες κόσμο. Είχαμε παίξει μια φορά στη Γαλλία μπροστά σε 25 χιλιάδες, και δεν υπήρχε αυτό το συναίσθημα. Να φανταστείς τώρα το Καμπ Νου να είναι γεμάτο».
Στη Γερμανία υπάρχει αντίστοιχος κόσμος;
«Όχι τόσο πολύ, καμία σχέση. Τώρα που έπαιξε η Μπάγερν με την Παρί Σεν Ζερμέν, δεν ξέρω πόσος κόσμος ήταν, πάντως η “Αλιάνζ Αρίνα” δεν ήταν γεμάτη».
Οι προσωπικοί σου στόχοι/φιλοδοξίες;
«Ποδοσφαιρικά θέλω να παίξω πρώτη κατηγορία πάλι, θέλω να φύγω στο εξωτερικό (σ.σ. εκτός Γερμανίας) και να μην τραυματιστώ, γιατί αν τραυματιστείς μετά είναι δύσκολα. Και προσωπικά δουλεύω σαν πρότζεκτ μάνατζερ σε μια εταιρία στη Γερμανία. Και εκεί θέλω να φτάσω σε πιο υψηλή θέση».
Ποιο είναι το δυνατό σου σημείο αγωνιστικά;
«Πιστεύω οι κάθετες πάσες».
Ποια είναι η σημαντικότερη στιγμή στην καριέρα σου μέχρι τώρα;
«Υπάρχουν πολλές στιγμές πιστεύω. Δεν μπορώ δηλαδή να πω ότι ήταν “εκείνη η συγκεκριμένη”, αλλά γενικά… αυτή η κλήση στην Εθνική, μετά όταν έγινα 16 χρονών που έπαιξα στην Μπουντεσλίγκα, μετά που πήγα στην Αμερική, που γύρισα από εκεί, που έπαιξα Μπουντεσλίγκα πάλι… Είναι πολλά πράγματα».
Αν ερχόταν μια κοπέλα και σου έλεγε πως θέλει να ξεκινήσει να παίζει ποδόσφαιρο, τι θα τη συμβούλευες;
«Να το κάνει. Να κάνει αυτό που θέλει. Δεν έχουν σημασία οι δυσκολίες, γιατί άσχετα από τις δυσκολίες, σου δίνει τόσα πολλά το ποδόσφαιρο που ναι μεν μπορεί να στερούμαστε πολλά, αλλά δεν έχει σημασία αυτό γιατί παίρνεις κάτι που δεν θα έπαιρνες σαν ένας “απλός” άνθρωπος».
Έχεις κάποιον παίκτη/παίκτρια πρότυπο;
«Από άνδρες μου αρέσει ο Μέσι και από γυναίκες η Βιβιάν Μιεντέμα».
Και μια ευχή για το κλείσιμο;
«Εύχομαι σε όλο τον κόσμο υγεία και αγάπη».